Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

« ∆ικαιοσύνη καί Ἔλεος »

Ο Θεός εἶναι δίκαιος καί ἐλεήμων· τό ἕνα δέν μπορεῖ νά πάει χωρίς τό ἄλλο. Μποροῦμε ἀκόμη νά ποῦμε πῶς ἡ ∆ικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ εἶναι φιλεύσπλαγχνη καί πῶς τό θεῖο Ἔλεος εἶναι δίκαιο. Μέ ἄλλα λόγια: Ἡ θεία δικαιοσύνη εἶναι Ἔλεος καί τό θεῖο ἔλεος ∆ικαιοσύνη. Ἐκφράζομαι μέ ἕναν ἀνθρώ- πινο τρόπο, σύμφωνα μέ τίς ἔννοιες πού μᾶς εἶναι οἰκείες, διότι ὁ Θεός εἶναι ἀκατάληπτος καί ὅλα ὅσα ἀπορρέουν ἀπό Ἐκεῖνον δέν μποροῦν νά κλειστοῦν σέ λέξεις.
Ἡ ∆ικαιοσύνη χωρίς Ἔλεος δείχνει σκληρότητα καί τό Ἔλεος χωρίς ∆ικαιοσύνη δείχνει μαλθακότητα. Ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς δίνει ὡς παράδειγμα γιά τήν πρώτη περίπτωση τούς Γραμματεῖς καί τούς Φαρισαίους, ἐνῶ γιά τήν δεύτερη περίπτωση τόν Ἱερέα Ἐλί. Οἱ πρώτοι δέν εἶχαν παρά τόν Νόμο μπροστά στά μάτια τους, χωρίς νά μεριμνοῦν γιά τό πρόσωπο πού ἔσφαλε, ἐνῶ ὁ δεύτερος σκεφτόταν μόνο τούς ἀσεβεῖς γιούς του, χωρίς νά μεριμνᾶ γιά τόν Θεῖο Νόμο.
Οἱ Νόμοι καί οἱ Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας ὑπάρχουν προκειμένου νά μᾶς βοηθήσουν νά προοδεύσουμε καί νά βαδίσουμε εὐθεία στόν πνευματικό μας δρόμο. Ὀφείλουμε νά τούς ἐφαρμόζουμε ἀνάλογα μέ τήν περίσταση, ἡ ὁποία μπορεῖ νά εἶναι εἶτε ἐλαφρή, εἶτε βαριά καί ἡ ὁποία μπορεῖ ἀκόμα νά καταστήσει τούς Κανόνες (σέ ὁρισμένες περιπτώσεις) ἐκτός χρήσης. Ἡ ἀνάγκη δέν κοιτάει Νόμους, ὅπως βλέ- πουμε καί στό Εὐαγγέλιο, ὅταν οἱ μαθητές, οἱ ὁποίοι πεινοῦσαν, μάζεψαν καί ἔφαγαν σπόρους σιταριοῦ τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου, παρόλο πού αὐτό ἀπαγο- ρευόταν (Μάρκ. β ́ 23) ἤ ὅταν ὁ ∆αυΐδ μέ τούς ἀκολούθους του μπήκαν στόν Ναό καί ἔφαγαν τούς ἄρτους τῆς προθέσεως, κάτι τό ὁποῖο ἐπιτρεπόταν μόνο στούς ἱερεῖς.
Ἡ νηστεία, ἡ ὁποία διδάσκεται ἀπό τήν Ἐκκλησία, συνεισφέρει στήν ταπείνωση τοῦ σώματος. Ἡ χωρίς διάκριση ὅμως ἐπιβολή τῆς νηστείας σέ ἕναν ἀσθενή καθίσταται βλαβερή, διότι ἡ ἀσθένεια κάνει ἤδη αὐτό στό ὁποῖο ἡ νηστεία ἀποσκοπεῖ καί ἀντί τό σῶμα νά ταπεινώνεται, αὐτό καταπονεῖται πέρα ἀπό κάθε ὄριο. Σέ περίπτωση ἀσθενείας, ὁ κανόνας τῆς νηστείας θά πρέπει νά μετριάζεται ἤ ἀκόμα καί νά ἀναβάλλεται.
Ἐάν ἐφαρμόζουμε τούς Κανόνες αὐστηρῶς, χωρίς νά λαμβάνουμε ὑπ ̓ ὅψιν τήν ἑκάστοτε περίπτωση καί χωρίς νά χρησιμοποιοῦμε τήν οἰκονομία ἐκεί ὅπου πρέπει, τότε αὐτοί οἱ Κανόνες γίνονται ἐμπόδιο καί ὄχι βοήθεια μέσα στήν Ἐκκλησία.
Ἡ διάκριση, λοιπόν, εἶναι ἐκείνη πού πρέπει νά κρατάει τήν ἰσορροπία ἀνάμεσα στήν ∆ικαιοσύνη καί τό Ἔλεος· ἐκείνη πού κρατάει τήν βελόνα τῆς ζυγαριᾶς ἀκριβῶς στή μέση, χωρίς νά κλίνει οὔτε ἀπό τήν μία πλευρά, οὔτε ἀπό τήν ἄλλη.
Οἱ νόμοι καί οἱ κανόνες εἶναι γενικοί καί πρέπει νά ἐφαρμόζονται ὄχι μόνο ἀνάλογα μέ τίς συνθῆκες, ἀλλά κυρίως λαμβάνοντας ὑπ ̓ ὅψιν τό πρόσωπο πού σφάλλει. Πρέπει νά ἐνεργοῦμε διαφορετικά ἀπέναντι σέ ἕναν ἁμαρτωλό πού μετανοεῖ καί δια- φορετικά σέ ἕναν ἁμαρτωλό πού παραμένει ἀμε- τανόητος. Κάθε φορά πού ὁ Θεός βλέπει μιά εἰλικρινή μετάνοια, ἐνεργεῖ μέ τό Ἔλεός Του. Τό Εὐαγγέλιο εἶναι γεμάτο μέ τέτοια παραδείγματα. Ἡ μοιχαλίδα γυναίκα, ἡ ὁποία σύμφωνα μέ τόν Νόμο ἔπρεπε νά λιθοβοληθεῖ· ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος ἦρθε γιά νά μᾶς σώσει, συγχώρεσε τήν ἁμαρτία της. Ὁ πατέρας τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, τοῦ ὁποίου ἡ πατρική ἀγάπη δέν εἶχε ὑστεροβουλία, ἀλλά ἀντίθετα ἔλαβε μεγάλη χαρά.
Στήν παραβολή τοῦ Τελώνου καί τοῦ Φαρισαίου βλέπουμε τόν Τελώνη νά μετανοεῖ - παρόλο πού εἶναι γεμάτος ἁμαρτίες - καί νά δικαιώνεται, ἐνῶ ὁ Φαρισαῖος, ὁ ὁποῖος τηρεῖ σχολαστικά τόν Νόμο, καταδικάζεται. Βλέπουμε ἀκόμα τόν ἀποστ. Πέτρο νά ἀρνεῖται τρεῖς φορές τόν Χριστό καί νά κλαίει ὕστερα πικρά καί παρ ̓ ὅλα αὐτά ὁ Σωτήρας μας μετά τήν Ἀνάστασή Του τόν ρωτάει μονάχα ἐάν Τόν ἀγαπᾶ, χωρίς νά τοῦ κάνει τήν παραμικρή μομφή. Στήν Παλαιά ∆ιαθήκη βλέπουμε τόν ∆αυΐδ νά διαπράττει μοιχεία καί καί στήν συνέχεια νά δολοφονεῖ ἀκόμη ἀκόμα καί τόν σύζυγο τῆς Βερσεβᾶ. Ἀπό τή στιγμή, ὅμως πού μετενόησε, ὁ Κύριος δέν τόν ἀπέρ- ριψε, ἀντίθετα τόν ἀγάπησε πολύ. Οἱ Νινευΐτες, ἐφ ̓ ὅσον μετενόησαν, βρήκαν τό Ἔλεος τοῦ Θεοῦ, παρ ̓ ὅλο πού ὁ Ἰωνᾶς σκεφτόταν μέ ἀνθρώπινο τρόπο καί περίμενε τήν τιμωρία τους (Ἰωνᾶς γ ́-δ ́). Ἡ Βίβλος ἔχει πληθώρα τέτοιων παραδειγμάτων καί ἄν ἀρχίσουμε καί μέ τό Συναξάρι, δέν θά τελειώ- σουμε ποτέ.
Παρ ̓ ὅλα αὐτά, ὅταν ὁ Θεός βλέπει τόν ἁμαρτωλό νά μένει ἀμετανόητος, τό Ἔλεός Του μετατρέπεται σέ ρομφαία κοφτερή. Οἱ Πρωτόπλαστοι, οἱ ὁποίοι προσπαθοῦσαν νά δικαιολογηθοῦν γιά τήν πράξη τους ἀντί νά μετανοήσουν, ἐκδιώχθηκαν ἀπό τόν Παράδεισο. Τήν ἐποχή τοῦ Νώε, ὁ κατακλυσμός καταβρόχθισε σχεδόν ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. Τά Σόδομα καί τά Γόμορα, ὅπου οἱ ἁμαρτίες ξεχείλιζαν πέρα ἀπό κάθε ὄριο (ὅπως καί στόν σύγχρονο κόσμο) καταστράφηκαν ἀπό τήν φωτιά. Ὁ Κύριος χρησιμοποίησε σκληρά λόγια ἀπέναντι στούς ἀμετανοή- τους Γραμματεῖς καί Φαρισαίους.
Ἐν συντομίᾳ: Ἡ ∆ικαιοσύνη εἶναι γεμάτη Ἔλεος πρός τόν ἁμαρτωλό, πού ἔρχεται εἰς ἐπίγνωσιν καί τό Ἔλεος εἶναι δίκαιο τιμωρώντας τόν ἁμαρτωλό πού πραμένει στήν ἁμαρτωλότητά του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΜΉΝΥΜΑ ΤΗΣ ΓΈΝΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΎ

  Οι Ισραηλίτες ζήτησαν έναν «Θεό που να περπατάει», καθώς τα άλλα έθνη είχαν θεούς από ξύλο και πέτρα. Εκείνοι, όμως, είπαν στον Ααρών: « (...